pénurie - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

pénurie - translation to Αγγλικά


pénurie         
n. shortage, paucity, scarcity; destitution, famine
parcimonieux      
parsimonious, penury
misère         
n. poverty, beggary, penury; distress, misery; unhappiness, wretchedness; destitution, want

Βικιπαίδεια

Pénurie
Une pénurie désigne une situation où une entité ou une collectivité territoriale ou un groupe de personnes manque d'un ou de plusieurs produits, ressource naturelle ou services. Elle peut être à l'origine de peurs collectives.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για pénurie
1. La pénurie touche surtout le cycle d‘orientation.
2. Les premiers signes de pénurie sont indiscutables.
3. Pénurie d‘électricité Pour résoudre la pénurie d‘électricité qui frappe plus particuli';rement les zones industrielles, le gouvernement indien encourage les grands projets en accordant diverses aides.
4. Le probl';me n‘est pas la pénurie d‘argent, mais l‘acc';s aux capitaux pour les petites et moyennes entreprises. – Peut–on parler de pénurie de capital–risque? – Absolument.
5. Les prix n‘ont jamais baissé en période de pénurie. – Vous peignez le diable sur la muraille en agitant le risque de pénurie d‘énergie... – Pas du tout,